Ανάλυση μεθόδων

Ανάλυση και επεξεργασία σπέρματος

Η ανάλυση σπέρματος ή σπερμοδιάγραμμα χρησιμοποιείται για να διαγνωστεί η ύπαρξη ή μη ανδρικού παράγοντα υπογονιμότητας. Αξιολογούνται παράμετροι όπως ο αριθμός (φυσιολογική τιμή: >20.000.000/ml), η κινητικότητα (φυσιολογική τιμή: 50% την 1η ώρα) και η μορφολογία (φυσιολογική τιμή: 50%).

Η επεξεργασία του σπέρματος περιλαμβάνει μεθόδους όπως η «ανάδυση του σπέρματος» (Swim-up) κατά την οποία μετά φυγοκέντρηση, το καλλιεργητικό υλικό τοποθετείται στο ανώτερο σημείο του δοκιμαστικού σωλήνα και στο οποίο αναδύονται τα κινητά σπερματοζωάρια, ενώ τα αργά ή ακίνητα παραμένουν στο κατώτερο σημείο. Η επεξεργασία σπέρματος βαθμονομημένης πυκνότητας (Percoll) περιλαμβάνει την τοποθέτηση του σπέρματος σε δοκιμαστικό σωλήνα με πολλαπλά στρώματα υγρών διαφορετικών πυκνοτήτων. Μετά φυγοκέντρηση, τα υγιή σπερματοζωάρια συλλέγονται στο κατώτερο τμήμα του δοκιμαστικού σωλήνα και το σπέρμα αυτό χρησιμοποιείται για ενδομητρική σπερματέγχυση ή εξωσωματική γονιμοποίηση.

SOS1

Πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας-διέγερση των ωοθηκών για εξωσωματική γονιμοποίηση

Η πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας για ενδομητρική σπερματέγχυση  και η διέγερση των ωοθηκών για εξωσωματική γονιμοποίηση, έχουν σκοπό την πολλαπλή ανάπτυξη ωοθυλακίων και κατά συνέπεια ωαρίων, δεδομένου ότι σε φυσικό κύκλο η κάθε γυναίκα παράγει ένα ωάριο, ενώ η επιτυχία των ανωτέρω μεθόδων είναι συνάρτηση του αριθμού των αναπτυσσόμενων ωοθυλακίων και βεβαίως της ποιότητας των παραγομένων ωαρίων.

Πρωτόκολλα διέγερσης ωοθηκών (PDF)

Ενδομητρική σπερματέγχυση (AIH/IUI, AID/IUI)

Η ενδομητρική σπερματέγχυση με σπέρμα του συζύγου (AIH/IUI) ενδείκνυται σε ζευγάρια με ανεξήγητη υπογονιμότητα, ήπιο ανδρικό παράγοντα, τραχηλικό παράγοντα ή δυσωορρηξία και φυσιολογικές σάλπιγγες, ενώ με δότου (AID/IUI) σε γυναίκες χωρίς σύντροφο ή με σύζυγο με ασπερμία. Η μέθοδος αυτή αποτελεί κατά κανόνα την πρώτη επιλογή για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας, με την προυπόθεση ότι οι σάλπιγγες είναι διαβατές. Η παρακολούθηση της γυναίκας γίνεται με υπερηχογραφικός έλεγχο και ορμονικό προσδιορισμό, με ή χωρίς φάρμακα, το δε επεξεργασμένο σπέρμα εναποτίθεται στην ενδομητρική κοιλότητα με ένα λεπτό καθετήρα, χωρίς αναισθησία στο χρονικό διάστημα που έχει προσδιοριστεί η ωοθυλακιορρηξία με βάση τον επαναλαμβανόμενο  υπερηχογραφικό έλεγχο και ορμονικό προσδιορισμό. Η επιτυχία της μεθόδου ανέρχεται σε 25-30% ανά κύκλο.

Εάν δεν επιτευχθεί κύηση μετά τουλάχιστον 3 προσπάθειες ενδομητρικής σπερματέγχυσης, το ζευγάρι θα πρέπει να κατευθυνθεί σε άλλη μέθοδο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

SOS2

Εξωσωματική γονιμοποίηση ((IVF-ET)

Η κύρια ένδειξη για εξωσωματική γονιμοποίηση είναι η βλάβη των σαλπίγγων, η οποία είναι αποτέλεσμα κυρίως φλεγμονών και επεμβάσεων. Επιπλέον, η ενδομητρίωση, υπογονιμότητα που οφείλεται σε ανδρικό παράγοντα, η ανεξήγητη υπογονιμότητα, δυσχέρεια στην ωοθυλακιορρηξία, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών PCOS), κ.τ.λ.

Τα στάδια της εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι τα εξής:

  1. Διέγερση των ωοθηκών για πολλαπλή ανάπτυξη ωοθυλακίων, με φάρμακα, το σχήμα και τη δοσολογία των οποίων επιλέγει ο ειδικός ιατρός.
  2. Παρακολούθηση της ανάπτυξης των ωοθυλακίων, η οποία γίνεται με το συνδυασμό υπερηχογραφικού ελέγχου και ορμονικού προσδιορισμού, ο οποίος περιλαμβάνει τη μέτρηση της οιστραδιόλης, προγεστερόνης και LH, ώστε να προσδιοριστεί επακριβώς η ωοθυλακιορρηξία.
  3. Πρόκληση αυτής με τη χορήγηση hCG, η δέ ωοληψία γίνεται περίπου 4 ώρες πρίν την αναμενόμενη ωοθυλακιορρηξία, για να μην χαθούν τα ωάρια.
  4. Η ωοληψία γίνεται με ελαφρά αναισθησία, δια μέσου του κόλπου με μια ειδική λεπτή βελόνη υπό υπερηχογραφικός έλεγχο.
  5. Λήψη του σπέρματος, η οποία γίνεται με αυνανισμό σε αποστειρωμένο δοχείο, στη κλινική ή στο σπίτι, με την προυπόθεση ότι στη δεύτερη περίπτωση το δείγμα θα πρέπει να φθάσει στο εργαστήριο όχι αργότερα από μισή ώρα.
  6. Στη κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση, οι γαμέτες, δηλαδή τα ωάρια εναποτίθενται σε ειδικά τρυβλία με ένα συγκεκριμένο αριθμό σπερματοζωαρίων, τοποθετούνται δε στη συνέχεια σε ειδικούς κλιβάνους.
  7. Μετά 24 ώρες εξετάζεται η γονιμοποίηση των ωαρίων, με την επιβεβαίωση ύπαρξης 2 προπυρήνων και 2 πολικών σωματίων.
  8. Μετά 48 ώρες γίνεται η εμβρυομεταφορά των γονιμοποιημένων ωαρίων, αφού ελεγχθεί ο αριθμός των κυττάρων και η ποιότητα των εμβρύων, που πρόκειται να μεταφερθούν. Η εμβρυομεταφορά γίνεται αποτελεί μία σύντομη διαδικασία, η οποία γίνεται χωρίς αναισθησία, και τοποθετούνται τα γονιμοποιημένα ωάρια στην ενδομητρική κοιλότητα με ένα ειδικό λεπτό καθετήρα, υπό υπερηχογραφική παρακολούθηση.
  9. Η εκκριτική φάση ενισχύεται με τη χορήγηση φυσικής προγεστερόνης η/και hCG.
  10. Η επίτευξη εγκυμοσύνης διαπιστούται με τον προσδιορισμό της χοριακής γοναδοτροπίνης (b-HCG) 12-14 ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά..

SOS3

Μικρογονιμοποίηση (ICSI)

Η μικρογονιμοποίηση έχει ένδειξη σε περιπτώσεις με ιδιαίτερα χαμηλή ποιότητα σπέρματος (χαμηλός αριθμός, κινητικότητα και μορφολογία), στις οποίες με την  κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση η πιθανότητα γονιμοποίησης των ωαρίων είναι πολύ χαμηλή ή και μηδενική.

Η μικρογονιμοποίηση περιλαμβάνει την τοποθέτηση ενός σπερματοζωαρίου στο εσωτερικό του ωαρίου με μικροεπέμβαση, ενώ όλα τα άλλα στάδια είναι παρόμοια με εκείνα που αναφέρονται στη κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση.

SOS4

Κατάψυξη εμβρύων-ωαρίων

Η κατάψυξη εμβρύων δίνει τη δυνατότητα «αποθήκευσής τους», μεγιστοποιώντας κατ’ αυτό τον τρόπο τη χρήση υπεράριθμων εμβρύων, αυξάνοντας έτσι τη πιθανότητα σύλληψης από την ίδια ομάδα παραγομένων εμβρύων, ενώ μειώνει παράλληλα τη πιθανότητα πολύδυμης κύησης, εάν τοποθετούνταν περισσότερα έμβρυα κατά τη διάρκεια μίας εμβρυομεταφοράς.

Η μέθοδος κατάψυξης που χρησιμοποιείται κυρίως σήμερα είναι εκείνη της ταχείας κατάψυξης εμβρύων, η οποία είναι μία σχετικά νέα μέθοδος και ονομάζεται υαλινοποίηση (Vitrification), σε αντίθεση με την παραδοσιακά χρησιμοποιούμενη “προοδευτική” μέθοδο κατάψυξης. Κατα την υαλινοποίηση, ο γρήγορος ρυθμός ψύξης μειώνει δραματικά τη δημιουργία κρυστάλλων στο εσωτερικό των εμβρύων, οι οποίοι προκαλούν ανεπανόρθωτες βλάβες σε αυτά. Τα κατεψυγμένα έμβρυα φυλάσσονται σε ειδικά δοχεία υγρού αζώτου, έως ότου αποψυχθούν και μεταφερθούν στη μήτρα της γυναίκας.

Τεκμηριωμένα επιστημονικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι η μέθοδος της υαλινοποίησης μπορεί να εφαρμοστεί επιτυχώς για τη κατάψυξη εμβρύων όλων των σταδίων, ενώ όσο αφορά τις βλαστοκύστεις η κατάψυξή τους με υαλινοποίηση έχει βρεθεί ότι συνοδεύεται από υψηλότερα ποσοστά επιβίωσης και κατά συνέπεια επίτευξης εγκυμούνης. Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται με εξαιρετική επιτυχία και για τη κατάψυξη των ωαρίων.

Κατα τη διαδικασία της απόψυξης καταστρέφεται περίπου 20-30% των εμβρύων, διαδικασία η οποία έχει σχέση με τη μέθοδο κατάψυξης, αλλά και την ποιότητα των ωαρίων-εμβρύων που καταψύχονται. Η μεταφορά των αποψυγμένων εμβρύων γίνεται μετά χορήγηση φαρμάκων για την κατάλληλη προετοιμασία του ενδομητρίου. Η εμβρυομεταφορά των αποψυγμένων εμβρύων αυξάνει το συνολικό ποσοστό εγκυμοσύνης που επιτυγχάνεται σε μία γυναίκα με μία μόνο ωοληψία κατά 10-15%, η δε υγεία των παιδιών που γεννιούνται μετά εμβρυομεταφορά κατεψυγμένων-αποψυγμένων εμβρύων δεν διαφέρει συγκριτικά με εκείνη των παιδιών που γεννιούνται μετά εμβρυομεταφορά «φρέσκων» εμβρύων, σύμφωνα με τα έως τώρα επιστημονικά δεδομένα.

SOS5

Δωρεά ωαρίων-εμβρύων

Η μέθοδος της δωρεάς ωαρίων-εμβρύων απευθύνεται σε γυναίκες με πρόωρη εμμηνόπαυση, χειρουργική αφαίρεση ωοθηκών, ωοθηκική δυσγενεσία, καθώς και σε εκείνες οι οποίες βρίσκονται στη κλιμακτήριο ή εμμηνόπαυση, με την προυπόθεση να είναι κάτω των 50 ετών σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία και τις οδηγίες της Ευρωπαικής Εταιρείας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής (ESHRE).

Κατά τη μέθοδο αυτή, η γυναίκα που θα δώσει τα ωάρια, λαμβάνει ωοθυλακιορρηκτικά φάρμακα για πολλαπλή ωοθυλακική ανάπτυξη , ακολουθεί δε τα στάδια που περιγράφονται στην εξωσωματική γονιμοποίηση. Η γυναίκα που θα πάρει τα ωάρια της δότριας, αφού γονιμοποιηθούν με το σπέρμα του συζύγου της, λαμβάνει κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή για προετοιμασία του ενδομητρίου και συγχρονισμό με τη δότρια. Η δωρεά ωαρίων-εμβρύων συνοδεύεται από εξαιρετικά αποτελέσματα, τα οποία έχει αποδειχθεί ότι είναι υψηλότερα σε σχέση με μία γυναίκα που υποβάλλεται σε εξωσωματική με δικά της ωάρια.

Η πρόσφατη ελληνική νομοθεσία που διέπει την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή (3305/2005) θεωρείται σχετικά πιό φιλελεύθερη σε σχέση με εκείνη άλλων Ευρωπαικών κρατών και επιτρέπει τη δωρεά ωαρίων-εμβρύων, η οποία όμως θα πρέπει να γίνεται ανώνυμα.

Προεμφυτευτική διάγνωση (PGD)

Η προεμφυτευτική διάγνωση επιτρέπει τη διάγνωση γενετικών νοσημάτων σε έμβρυα που προέρχονται από ζευγάρια, που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση. Είναι δυνατόν να διαγνωσθούν χρωμοσωμικές ανωμαλίες, φυλοσύνδετα νοσήματα ή μονογονιδιακά νοσήματα. Απευθύνεται σε ζευγάρια, τα οποία πάσχουν ή είναι φορείς τέτοιων νοσημάτων (κυστική ίνωση, μυική δυστροφία τύπου Duchene), καθώς και σε εκείνα τα οποία έχουν υποβληθεί σε πολλαπλές ανεπιτυχείς προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Η μέθοδος συνίσταται στη βιοψία εμβρύων με τη λήψη ενός κυττάρου από κάθε ένα από αυτά, την εξέταση με ειδικές μεθόδους, ενώ παράλληλα τα έμβρυα συνεχίζονται να καλλιεργούνται. Η εμβρυομεταφορά γίνεται την 5η ημέρα μετά τη λήψη στο στάδιο της βλαστοκύστης, ενώ μεταφέρονται μόνο τα υγιή έμβρυα. Η ενδελεχής εξέταση των παιδιών, που έχουν γεννηθεί έως τώρα επιτρέπει τη θεώρηση της προσέγγισης αυτής ως μίας ασφαλούς και αποτελεσματικής.

Προεμφυτευτική διάγνωση (PGD)